Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010

ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΕΪΚΟΣ - ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ 1821 ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΜΕ ΤΟ ΚΤΗΜΑ ΕΜΟΡΦΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (ΜΟΡΦΟΚΚΛΗΣΙΑ) ΣΤΟ ΓΑΛΑΤΣΙ

Η ιστορία τον έχει κατατάξει στον πίνακα των ηρώων. Σκοτώθηκε φτωχός και λίγο πριν το θάνατο του, το μόνο περιουσιακό στοιχείo που άφησε στην φαμίλια του, στη Σουλιώτισσα γυναίκα του Μαρία και τα παιδιά του, ήταν τα μπαρουτοκαπνισμένα άρματα του, με την εντολή να τα πουλήσουν για να έχουν να φάνε για λίγες μέρες.





Ανοίγουμε σήμερα το φάκελο ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΕΙΚΟΣ, και βάση των ιστορικών στοιχείων καταλήγουμε στο συμπέρασμα, πως καμία σχέση δεν είχε με το κτήμα ΒΕΙΚΟΥ στο Γαλάτσι. Ξεκινάμε με την περιληπτική ιστορία των ΒΕΙΚΩΝ ή ΒΕΙΚΟΖΟΡΜΠΕΩΝ, βάση των στοιχείων που συνέλεξε και μας έστειλε ο Σουλιώτης ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΖΟΡΜΠΑΣ που το όνομα του όπως ο ίδιος δηλώνει, έχει συγγενική σχέση με την οικογένεια των ΒΕΙΚΟΖΟΡΜΠΕΩΝ.
ΕΙΣ ΦΟΡΟ ΤΙΜΗΣ


Βράχοι υψηλοί ,διαβόητοι
Βουνά του τετραχώρο
Από σας κατεβαίνουσι
Πολλοί και δυνατοί
Αδάμαστοι άνδρες.


Έτσι χαρακτηρίζει ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος Σούλι και Σουλιώτες.



Σούλι τόπος απέριττος δωρικός, πατρίδα ηρώων και θυσίας.
Φάρος και προπύργιο ελευθερίας. Άνδρες αδάμαστοι γεννημένοι από μάνες δωρίδες. Βράχια και Ψυχές ζυμωμένοι με μπαρούτι ,αίμα , και ατσάλι σφυρηλατημένα στο αμόνι του αγώνα .

Τέτοιοι ήταν οι Σουλιώτες βγαλμένοι από την μεγάλη(Στρατιωτική Σχολή του Γένους) όπως ονομάζετε το Σούλι.
Τέτοιος ήταν και ο Στρατηγός Λάμπρος Βέικος Ζορμπάς περιώνυμος διά το κάλλος και την Ανδρεία του από την μεγάλη γενιά των Βέικοζορμπαίων η Βέικοζαρμπαίων .


Γενεαλογία Ζορμπαίων Ζάχος Ζορμπάς υιός αυτού Κίτσος και Βέικος Ζορμπάς υιός αυτού Λάμπρος υιός αυτού Κώστας. (Βλεπ Ν.Κ .Κασομούλης 1939 σελ.616.)


Ο Βέικος Αρχηγός φάρας των Σουλιωτών κατά τους πολέμους του Αλή Πασσά το 1792-1803 ο οποίος πού είχε βροντερή φωνή και φώναξε πάνω από το κάστρο της Κιάφας στον Αλή πασά .


(Ε ορέ βεζύρ Αλή Πασά ,αν έχεις κι΄ άλλο ασκέρι σαν αυτό στείλτο, εμείς ούτε τα φουσέκια τελειώσαμε ούτε την όρεξη μας χάσαμε να χαλάμε λιαπουριά.)


Στη μάχη αυτή που έγινε τον Νοέμβριο 1803 σκοτώθηκαν 700 Λιάπηδες πληγώθηκαν 1208 και γιατρεύτηκαν μόνο187.(Βλεπ Γιάννη Μπενέτου ΟΙ Αληθινή Σουλιώτες.) Σε επιστολή του Βελή Πασά στις 8 Δεκεμβρίου 1803 γίνετε αναφορά στον Βέικο σαν αρχηγός Φάρας ο οποίος έρχεται στην τελική συμφωνία για την αποχώρηση της φάρας του από το Σούλι. (Αρχείο Αλή Πασά της Γενναδίου Βιβλιοθήκης.) Ο γιός και εγγονός του Βέικου γίνονται γνωστοί στον αγώνα της ελληνικής επανάστασης ως Λάμπρος Βέικος και Κώστας Βέικος. Μετά την πτώση του Σουλιού της 15 Δεκέμβριου 1803 μεταβαίνουν οι Σουλιώτες στην Κέρκυρα και εκεί πεθαίνει ο Βεΐκος και ο γιός του ο Λάμπρος πήρε σαν επώνυμο τιμητικά το όνομα του πατέρα του ,παλιά συνήθεια των Σουλιωτών να παίρνουν το πατρώνυμο σαν επώνυμο. Αυτό γίνεται εμφανή στη Δηλοποίηση της 20ης Απρίλίου το 1820 της Τελεσιουργού Αατυνομίας Κέρκυρας .(Βλεπ Γ.Α.Κ Συλλογή Βλαχογιάννης.) Άλλα ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά τους.
Ποιοι ήταν αυτοί οι Βέικοζορπαίοι η Βέικοζαρμπαίο;. Τι σόι άνθρωποι είναι και από πού ήρθαν ; Τι ζητούσαν πάνω στα κακοτράχαλα βουνά της Μούργκας; Οι Τουρκαλβανοί τους θεωρούσαν σκληρούς μαχητές ,ζόρικους, επιθετικούς ,βίαιους, πεισματάρηδες επίμονους, θαρραλέους τολμηρούς.


Έτσι χαρακτηρίζει το Γαλλικό λεξικό τον Ζορμπά difficile = δύσκολος , penidle = επίμονος, tyrannigue= τυραννικός δεσποτικός. Είναι μερικά εύλογα ερωτήματα που θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε ξεδιπλώνοντας το κουβάρι της ιστορίας. Πρίν το 1600 ανάμεσα από τα χωριά Σινίκου και Στριγανέτσι της επαρχίας Ντουσκάρας, κοντά στην Μονή Διχούνης όπου ξεκίνησε και η επανάσταση του Διονυσίου του Φιλοσόφου το 1611,ήταν το χωριό Ζορμπαίικα όπως δείχνουν τα θεμέλια ισογείων σπιτιών ,και η ύπαρξη τεσσάρων μικρών εκκλησιών, της γέννησης της Θεοτόκου όπου και το νεκροταφείο του Aη-Γιάννη, του Αη-Γιώργη και λίγο παραπέρα του Αη Μηνά που κατέστρεψε ο Οσμάν Πασάς των Ιωαννίνων. Κατά την παράδοση για το πώς χαλάστηκε το χωριό Ζορμπαίικα, οι παλιοί διηγούνται ότι την ημέρα του Αη- Γιωργιού ενώ χόρευαν οι χωριανοί στο πανηγύρι είδαν τους τουρκαλβανούς της Μπουρέλεσιας να έρχονται και να χαλάνε το χωριό.
Σπύρος Μουσελίμης.
(Βλέπε Μνήμες Σουλίου. Β Κραψίτης.)


Ήταν η περίοδος των ποιο σκληρών μαζικών εξισλαμισμών ,της περιοχής( μετά την επανάσταση του Διονυσίου του φιλοσόφου το (1611) και γενικά ολόκληρης της Ηπείρου. Κάποιοι εξισλαμίστηκαν είτε από φόβο είτε για να κρατήσουν τα προνόμια από τους τούρκους. Οι Ζορμπαίοι δεν εξισλαμίστηκαν πήραν μαζί τους τις φαμίλιες και τα γεννήματα τους και βουνό-βουνό φτάσαν στο Σούλι, το καταφύγιο του κάθε αντάρτη και κυνηγημένου χριστιανού ρωμιού .Άλλωστε από το 1600 περίπου αρχίζει η προσέλευση των πρώτων αποίκων του Σουλίου και από τα γύρο χωριά Παραμυθιά, Γαρδίκι, Δράγανη, Χόικα, Κορύτιανη, Ζερβό, Λέλοβα, Λάμαρη, καμαρίνα,Φανάρι. κ.α.
Αιγοβοσκοί τίνες εκ των πέριξ χωρίων ανεβαίνον βόσκοντες τα κτήνη των εις τα βουνά όπου σήμερον υπάρχουσι το Σούλλιον ,η Κιάφα,ο Ναβαρίκος ,και η Σαμονίβα. (Βλέπε Χριστόφορος Περραιβός) Ιστορία Σουλίου και Πάργας. Κατά μια άλλη εκδοχή για την καταγωγή του Λάμπρου Βέικου είναι ότι κατάγετε από το Νικολίτσι χωριό κοντά στα Λέλοβα (Θεσπρωτικό), ίσως να είναι ενδιάμεσος σταθμός κατοίκησης πρίν από το Σούλι. η τόπος κατοίκησης υποκλάδους του Γένους των Ζορμπαίων μετά την πτώση του Σουλίου. Πάντως το επώνυμο Βέικος υπάρχει μέχρι σήμερα στο Νικολίτσι Πρέβεζας. Η γενιά των Bέικοζορμπαίων μέσω επιγαμιών θα δημιουργήσουν ένα ισχυρό δέσιμο με άλλα ισχυρά γένη πως των Τζαβελλαίων και του Πανομάρα.
Όπως σημειώνει ο Βλαχογιάννης την ανιψιά του Βέικου Ζορμπά Μαρία την έχει παντρευτεί ο Κίτσος Τζαβέλλας.( Γ.Α.Κ. Γ Βλαχογιάννης Ε ,κυτ, 19 δελτίο 709.) Αρχείο νομού Κέρκυρας Ληξιαρχικές πράξεις εκκλησιών Άγιος Χαράλαμπος Μαντουκίου 2 Ιανουαρίου 1810. Επίσης την ανιψιά του Λάμπρου Βέικου Σάννα από μάνα την έχει παντρευτεί ο Γιαννούσης Φωτομάρας . δηλαδή ο Λάμπρος και η μάνα της Σάννας είναι αδέλφια (Γ.Α.Κ Βλαχ δελτίο 31.) Το γένος των Βέικοζορμπαίων κατέχουν ήδη σημαντική γή την οποία δεν δουλεύουν καν τα ίδια τα μέλη
Πολλά συμφωνητικά αγοράς που αφορούν τους Ζορμπαίους βρέθηκαν στην κατοχή του Γ Πανομάρα με χρονολογίες από 1770 έως το 1821,με αγορές σε κτηματική γη. Σε άλλα συμφωνητικά εμφανίζονται με το όνομα Ζαρμπαχάτες και αναφέρονται τα ονόματα Πάσχο, Πάνο και Ζήκο ,αλλά δεν φαίνεται η συγγενική σχέση μεταξύ τους .Ίσως οι αγορές αφορούσας ολόκληρο το γένος . Αλλού οι αγορές δεν γίνονται στο όνομα του γένους αλλά σε συγκεκριμένα ονόματα Πάσχου, και Πάνου Ζορμπά που εκπροσωπούν ίσως τη μέγιστη μερίδα του γένους (βλέπε Ν.Κ. Κασομούλης 1939 σελ 16 . Κατά τον Χριστοφ. Περραιβό το γένος κατοικούσε στο Σούλι και παράλληλα κατείχαν και το Ζαβρούχο σαν βοσκοτόπια, όπου κατά τον Βλαχογιάννη σωζόταν η κούλια του Βέικου και τα σπίτια των άλλων οικογενειών.(Γ.Α.Κ.Βλαχ Ε κυτ 19 δελτίο 160.) Μετά την πτώση του Σουλίου φεύγουν για τα Επτάνησα ,σχεδόν όλοι οι Σουλιώτες και ιδίως στην Κέρκυρα και κατατάσσονται στο Ρωσικό στρατό. Οι Ρώσοι το 1805 υπό τον στρατηγό Αντρέπ θέλοντας να ενισχύσουν την άμυνα στα Επτάνησα ,αξιοποιεί τους Σουλιώτες φτιάχνοντας τα Σουλιώτικα τάγματα, με το όρο των Σουλιωτών να πολεμούν κατά την πατρογονική ενδυμασία ,και την δική τους πολεμική τακτική συνηθείας από τον τόπο τους. Από το 1805 έως το 1806 το χειμώνα τα Σουλιώτικα τάγματα θα λάβουν μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις των Ρώσων εναντίων των Γάλλων, στο Βασίλειο Νεαπόλεως. Συνολικά υπηρετούν 1354 Σουλιώτες και 359 Χιμαριώτες. Μετά τους Ρώσους τα Επτάνησα τα κατέχουν οι Γάλλοι . Σε εκτέλεση του διατάγματος 1η Ιουλίου 1809 εκδίδεται στην Κέρκυρα ,από τον διοικητή του σώματος συνταγματάρχη Μινό , η διαταγή της 6ης Νοεμβρίου 1809 και γίνεται γνωστή η σύνθεση της 4ης χιλιαρχίας. Εκεί ο Λάμπρος Βέικος Ζορμπάς υπηρετεί ως μπαϊραχτάρης (δηλαδή σημαιοφόρος).
Στης 26 Ιουνίου 1814 η Κέρκυρα παραδίδεται από τον στρατηγό Ντονζελό στον επίτροπο των συμμάχων Κάμπελ Άγγλο διοικητή .
Οι Άγγλοι διέλυσαν σχεδόν όλα τα Σουλιώτικα Τάγματα και κράτησαν ένα. Σε βιβλίο ημερησίας διατάξεως (προσταγές της ημέρας ) υπό τον αρχιστράτηγο Φ. Αδάμ, το 1817 φαίνεται να υπηρετεί ο Λάμπρος Βέικος Ζορμπάς ως τενέντας .


Στον αγώνα της Εθνικής ανεξαρτησίας συνεχίζεται η συνεργασία της φάρας των Βέικοζορμπαίων με τους Τζαβελαίους, και δεν παύει να ισχύει ο διαχωρισμός των Σουλιωτών σε ταράφια, (δηλαδή οι οπαδοί ενός ταραφιού αρνούνται να τεθούν κάτω από της διαταγές σε άλλο ταράφι). Αναφέρω γράμμα Σουλιωτών προς την Διοίκηση 22 Δεκεμβρίου 1824.


Εκλαμπρότατε ο μισθοδότης κ. Ιωάννης Μελλάς παρακαλεσμένος από ημάς ανέφερεν ότι ετραβήχθημεν από το σώμα του στρ Κώστα Μπότσαρη .Ο ρηθείς κ.Ιωάννης Μελάςμας είπε ότι απεφάσισατε να διαταχθώμεν υπό την οδηγία του στρατηγού Λάμπρου Βέικου . Παρακαλώμεν την εκλαμπροτητά σας να μας διατάξετε υπό την οδηγία του στρ Διανάντη Ζέρβα επειδή ηξέυρετε ότι ημάς του Σουλιώτας σώζενται ακόμα τα ταράφια από την πατρίδα μας και με τον γενναιότατον Στρατηγό Λάμπρο Βέικο ποτέ δεν είχομεν καμία σχέσειν και πάλι όπως είναι ορισμό σας. Γιότης Ντότας ,Λούσας Νικολός.(Γ.Α.Κ Βλαχ ΣΤ΄κυτ 2 δελτίο 510).


Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι γυναίκες Σουλιώτισσες .
Ο Βλαχογιάννης παραθέτει ανέκδοτα σχετικά με το σθένος των γυναικών του Σουλίου, όπως του τα διηγήθηκαν γέροι Σουλιώτες στην Ναύπακτο. Η Κίτσα μάνα της Σάννας σύζυγος του Γιαννούση Πανομάρα πήγαινε πολεμοφόδια με άλλες Σουλιώτισσες στους Σουλιώτες ,κάποια φορά πληγώθηκε ο Κώστας Δράκος και η κίτσα έβγαλε το μαντίλι και έδεσε την πληγή του ,τον φόρτωσε στην πλάτη και τον έσωσε, από τότε η περήφανη Ζορμποπούλα έπασχε από χτύπο στο στομάχι.(Γ.Α.Κ Βλαχ Δ΄κυτ 85. ) Ο Λάμπρος Βέικος πολεμά στο σώμα του Κίτσου Τζαβέλλα μαζί με άλλους Ζορμπαίους και τον κουμπάρο του τον Νικόλα Ζορμπά ,με τα πέντε παιδιά του Κώστα, Σπύρο ,Δημήτρη, Γιώργο και Γιάννη ο οποίος Γιάννης χτυπημένος σε μάχη κοντά στη Ζερμή έκατσε στα Λέλοβα να γιάνη. Τα υπόλοιπα παιδιά του Νικόλα σκόρπισαν στην επαναστατημένη Ελλάδα.
Λάβαν μέρος στης μάχες του Πέτα ,στο Κεφαλόβρυσο όπου σκοτώνετε το ατρόμητο λιοντάρι του Σουλιού Μάρκος Μπότσαρης το 1823 και ο Ανέστης Ζορμπάς ,στο Πέτα, στην Γιαβιά το 1824, στην Αράχοβα, και στο Μεσολόγγι, στην πολιορκία των Σαλώνων , στην Ακρόπολη υπό την αρχηγία του Γ Καραϊσκάκη . όπου σκοτώνετε στην μάχη της Ανάλατο. το 1827,ο Λάμπρος Βέικος. Άλλοι Ζορμπαίοι στο εθνικό αγώνα είναι τα αδέλφια του Νικόλα Ζορμπά .
Ο Κώστας και ο Γιώργος Αξιωματικοί στα Ανατολικά παράλια της Αττικής. Ο Ανέστης σκοτώθηκε στην μάχη του Πέτα το 1822
Ο Αναστάσιος ο Δημήτρης και ο Αλέξης στο Μεσολόγγι.
Ο Σπύρος ,και ο Χρήστος και ο Μάρκος Μπότσαρης μαζί με 350 Σουλιώτες σκοτώνονται στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου το 1823.
Ο Νικόλας τελικά σκοτώνετε στην Πελοπόννησο πολεμώντας τον Ιμπραήμ Πασά δεν ξέρουμε πότε. Ο γιός του Δημήτρη Χαράλαμπος του σκοτώνεται στο Πέτα το 1822 και ο πατέρας του έχρισε ένα εκκλησάκι τον Άγιο Χαράλαμπο που μέσα κρύβαμε όπλα οι Σουλιώτες. Μετά το θάνατο του Λάμπρου Βέικου το 1827 ο Νικόλας συναντά τα αδέλφια του Γιώργο και Κώστα στην Αθήνα και συνεχίζουν το αγώνα της Επανάστασης.
Τα τρία αδέλφια αναγράφονται στον πίνακα αξιωματικών Ανατολικής Αττικής το 1832 Αριθ Μητρώου 23502 Τ.Χ.Κ


Στο Μεσολόγγι μπαίνει στις αρχές του Ιουνίου το 1825 ο Λάμπρος Βέικος μαζί με άλλου Ζορμπαίους Νικόλας , Δημήτριος, Αναστάσιος και ο γιός του τελευταίου Ασημάκης, και παίρνουν θέση στο κάστρο στη Λουνέττα. Στους Μεσολογγίτες επανειλημμένα έκανε προτάσεις να παραδώσουν την Πόλη ο απεσταλμένος του Κιουταχή Ταϊράγας, παλαιός γνώριμος του Βέικου, και με την σύμφωνη γνώμη όλων των Μεσολογγιτών, ο Βέικος έστειλε το παρακάτω γράμμα. προς τον απεσταλμένο του Κιουταχή. Ενδοξότατε Ταϊράγα. Εμείς είμαστε φίλοι και η περίσταση της θρησκείας το΄φερε να πολεμήσουμε, όμως η φιλία μας ας τδέξει πάντα. Φίλε μου βλέπω πως δύο φορές ως τα τώρα ήρθες να μεσιτέψεις να παραδοθεί το Μεσολόγγι .Ξέρετε πολύ καλά πως το θεό τον έχουμε μαζί μας κι ελπίδα μας κρέμεται από κει. Σα φίλο λοιπόν σ¨αφήνω να στοχαστείς αν ένα κάστρο με τζεμπεχανάδες με ζαϊρε με νερό και καθεξής χρειαζούμενα ,και εμείς εδώ μέσα να τα παραδώσουμε ,θάχουμε πρώτα τη συνείδηση του θεού και δεύτερα την κατηγόρια όλου του κόσμου, και χωριστά εσένα του φίλου μας. Στο εξής όχι μονάχα τόπο δε θα βρούμε να ζήσουμε ,μα ούτε τ΄ονομά μας θα θέλει ν΄ ακούσει κανένας τόσο μισητοί θα είμαστε απ το θεό κι¨απ¨την ανθρωπότητα ,μα ακόμα κι¨απ¨ τους δικούς μας ,κι΄απ΄ όλους τους φίλους μας . Πες το λοιπόν παστρικά στον Πασά σου μιάς και μας ξέβρει καλά πως χωρίς να κάνει γιουρούσι με το σπαθί στο χέρι Μεσολόγγι δεν παίρνει. Προς τούτοις λάβε και τέσσερες μποτίλες ρούμι για τους μπεϊραχτάρηδες όταν κάνουν το γιουρούσι (Γ.Μπενέτου Οι Αληθινοί Σουλιώτες.)
Λάμπρος Βέικος.
Μεσολόγγι 20 ιούλη 1825.


Ο Αναστάσιος με τον γιός του Ασημάκη έπεσαν ηρωικός στο Βασιλάδι νησάκι έξω από το Μεσολόγγι μαζί με γιό του τον Φραγκίσκο. Ο τάφος του Σουλιώτη Ασημάκη Ζορμπά είναι στον κήπο των ηρώων στο Μεσολόγγι, και γράφει (Έπεσε εν Βασιλάδι 25-2-1826) τα παιδιά του Πέτρος και Αναστάσιος σώθηκαν και κολυμπώντας έφτασαν στο Μεσολόγγι και η γυναίκα του αιχμάλωτη του Κιουταχή Πασά. Ο Πέτρος είχε δικό του καράβι και μετέφερε όπλα και πυρομαχικά πήρε μέρος στον αποκλεισμό της Πρέβεζας και υπηρέτησε στο στρατόπεδο του Ι. Ράγγου μέχρι που έφτασε ο άγγλος γενόμενος και φροντιστής Στρατάρχης Τσώρτς Αρχ Αγων Αριθ.Μητρ 28901-6. Αρθ. Μητρ 959.3329και 3330 Π.Χ.Κ.


Στα μέσα του Απρίλη το 1827 άρχισαν οι ετοιμασίες για το μεγάλο γιουρούσι κατά του Κιουταχή στην Ακρόπολη ,υπό την αρχηγία του ένδοξου Γεωργίου Καραϊσκάκη. Εκεί μεταβαίνουν πολλοί Σουλιώτες μαζί και ο Λάμπρος Βέικος Ζορμπάς με πολλά μέλη από την φάρα του.Οι Σουλιώτες ζήτησαν το ποιο δύσκολο ταμπούρι από τον Καραϊσκάκη αλλά μάταιος ο κόπος να τους μεταπείσει να μην πάνε. Σε θέματα τακτικής του πολέμου διαφώνησαν οι Έλληνες με τους άγγλους στρατάρχη Τζώρτς και τον Ναύαρχο Κόχραν ,και έστειλαν αντιπροσωπία τρείς Σουλιώτες τους Λάμπρο Βέικο, Κώστα Μπότσαρη , και Γιώργο Δράκο για να τους αλλάξουν γνώμη ,αλλά το πείσμα των άγγλων είναι γνωστό. Σ αύτη την μάχη τελικά και μόνο από λάθος τακτική των άγγλων χάνονται πολλοί Σουλιώτες , επιφέροντας στον εχθρό τεράστιες απώλειες . Αξίζει να τους Αναφέρω σαν Φόρο τιμής.
Λάμπρος Βέικος Ζορμπάς στην θέση Ανάλατο, Γιώργης Τζαβέλλας,, Κώστας Διαμάντης Τζαβέλλας, Φώτος Φωτομάρας, Νούτσο Τσάτσης, Φώτος Βέικος , Νικολή Νιανιούρης , Πάσχος Κοσμάς, Κίτσο Κοσμάς, Χρήστο Μπέκας, και το ατρόμητο παλικάρι του Σουλιού Τούσας Μπότσαρης.
Και να το τέλος του Στρατηγού Λάμπρου Βέικου .
Σαν κατάλαβε τι τους περίμενε είπε στου Σουλιώτες του.


(Ορέ αδέλφια εμείς πάντοτε δείξαμε πως δεν σκιαζόμαστε τον Θάνατο, μα σήμερα βλέπω πως πάμε για σίγουρο χαμό .)


Βγάζει τότε τα φλωροκαπνισμένα άρματα του και τα δίνει σε έναν από τους ψυχογιούς του και του λέει. Πάρτα παιδί μου και τράβα τα στην φαμίλια μου να τα πουλήσουν και νάχουν τροφή για λίγες μέρες ¨γιατί εμείς δεν ξαναγυρνάμε.(Γ Μπενέτου Οι Αληθινοί Σουλιώτες.)



Ο γιός του Λάμπρου, Κώστας Βέικος αναλαμβάνει την αρχηγία της Μεγάλης Γενιάς των Βέικοζορμπαίων και συνεχίζει επάξια τον αγώνα του πατέρα του. για Εθνική ανεξαρτησία του Γένος των Ελλήνων (βλέπε Ν.Κ. Κασομούλη.)


Το 1828 υπηρετεί στην χιλιαρχία του Κ Τζαβέλλα .
Μετά την πτώση της Ναυπάκτου και την απελευθέρωση του Μεσολογγίου έφερε τον βαθμό του Λοχαγού
Στις 14-4-1832 προάγεται σε ταγματάρχη ,διακρίθηκε για το θάρρος του σαν όλους Ζορμπαίους και τον αποκαλούσαν μικρό Ναπολέων. Πήρε μέρος στην επανάσταση της 3 Σεπτεμβρίου 1843 και συντέλεσε πολύ στην μεταπολίτευση.
Πέθανε το 1862 και άφησε τρία παιδιά , τον Λάμπρο 9 ,Γιάννη 6, και Γιώργο 4 χρονών. Η οικογένεια του έλαβε σύνταξη της 1η Σεπτεμβρίου 1862.


Καθώς έγραφα το αφιέρωμα για τους Βέικοζορμπαίους ρίγησα και αισθάνθηκα το Μεγαλείο της Σουλιώτικης Φυλής, που μύθος και πραγματικότητα έγιναν ένα στην χάρη της αιωνιότητας ,αλλά θεώρησα υποχρέωση μου λόγο Γόνος Σουλιώτικης καταγωγής να γράψω λίγα λόγια για την μεγάλη αυτή Γενιά του Σουλίου που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στους πολλούς. Ας τους θυμόμαστε με σεβασμό οι μεταγενέστεροι Πατριώτες Έλληνες.



Δεν έδωσαν τίποτα λιγότερο από τους άλλους Ήρωες Αγωνιστές της Επανάστασης του 1821.


Δεν τσιγκουνευτήκαν λιγότερο το αίμα τους για το υπέρτατο χρέος προς την πατρίδα.
Δεν δείλιασαν ούτε στιγμή και δήλωναν παρών όπου τους καλούσε το καθήκον .
Δεν απαρνήθηκαν την πίστη τους και τον Χριστό, τα ήθη και τα έθιμα της Πατρίδας.
Δεν πρόδωσαν τα ιδανικά τους για την λευτεριά του Γένους.


Αγνοί Πατριώτες ταγμένοι στην υπηρεσία του σκλαβωμένου Γένους. Υπέρμαχοι της Λευτεριάς.
Όπου πέρασαν και πολέμησαν Ζορμπαίοι . το όνομά τους υπάρχει. Κέρκυρα, Αθήνα, Εύβοια, Μεσολόγγι, Ναύπακτο, Αγρίνιο, Άρτα, Λέλοβα. Η Αθήνα τίμησε τον Λάμπρο Βέικο και έδωσε το όνομα του σε περιοχή κοντά στην Καλλιθέα και ο Δήμος Γαλατσίου ονόμασε την κεντρική λεωφόρο και το άλσος με το όνομα Βέικου.
Στο Σούλι κάθε χρόνο στην αναπαράσταση μνημονεύεται το όνομα τους. Ίσως είναι καιρό να στήθη και η προτομή του στα πηγάδια του Σουλίου μαζί με όλους τους Σουλιώτες Καπεταναίους.



Κάθε χέρι, κλαδί,
κάθε κεφάλι φέρνει
στέφανον από βράχο
πηδάουν εις βράχον
ψάλλοντες πολέμιο άσμα.
Ζορμπάς Μ. Λευτέρης.




*Υ/Γ: Θα χρειαστεί να κάνουμε αντιπαραβολή των πραγματικών στοιχείων των οικογενειών ΒΕΙΚΟΥ

1. ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΕΙΚΟΣ οπλαρχηγός
2. ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΕΙΚΟΣ κτηματίας
Ο ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΕΙΚΟΣ του ΖΑΡΜΠΑ ή ΖΟΡΜΠΑ είχε σύζυγο την Μαρία η οποία καταγόταν από το Σούλι.
Ο ΚΩΝ/ΝΟΣ ΒΕΙΚΟΣ του ΛΑΜΠΡΟΥ γιος του ΛΑΜΠΡΟΥ ΒΕΙΚΟΥ ήταν στρατιωτικός. Πέθανε το 1862 αφήνοντας 3 παιδιά, τον Λάμπρο, τον Γιάννη και τον Γιώργος. Ο Γιώργος γεννήθηκες το 1858.

Κρατήστε το όνομα ΓΙΩΡΓΟΣ για τη συνέχεια που θα παρουσιάσουμε το οικογενειακό δέντρο του ΛΑΜΠΡΟΥ ΒΕΙΚΟΥ κτηματία στο Γαλάτσι.

7 σχόλια:

  1. Φίλε ΣΩΚΡΑΤΗ ΔΙΟΡΘΩΣΕ στην αρχή του κειμένου το ζορμπαίοι γράφετε με ΑΙ και οχι με ΕΨΙΛΟΝ.

    ΦΙΛΙΚΑ Ζορμπάς Λευτέρης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΠΟΛΥ ΩΡΑΟ ΆΘΡΟ....ΟΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΝ ΠΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ...ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΞΕΧΝΑΜΕ ΓΙΑΤΙ ΘΥΣΙΑΣΑΝ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ...ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥΣ Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΛΑΜΠΡΟΥ ΒΕΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΛΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΩΝ ΤΟΥ ΠΟΥ ΕΠΕΣΑΝ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Οι Σουλιότες ήταν χριστιανοί Αλβανοί Τσάμηδες, που προέρχονταν - σύμφωνα με ορισμένους - από το γειτονικό Γαρδίκι και που για να αποφύγουν τις καταπιέσεις των εξισλαμισμένων Τσάμηδων κατέφυγαν στο ορεινό Σούλι. Ο Edmund Spencer αν και θεωρεί τους Αλβανούς ως προερχόμενους από τον Καύκασο και όχι ως απογόνους των Ιλλυριών, γράφει: «Έχουμε δει τους Τσάμηδες, τους δυστυχισμένους Χριστιανούς του Σουλίου και της Πάργας - μια χούφτα ανθρώπων - να υπερασπίζονται επιτυχώς για χρόνια την ελευθερία τους και τους ορινούς τόπους τους ενάντια στις πολυπληθέστερες δυνάμεις των μουσουλμάνων Αλβανών υπό του Αλή πασά των Ιωαννίνων…» (Edmund Spencer, A journey from Ohrid to Janina, 1850 )

    «Οι Σουλιότες ήταν μία φυλή ή μεγάλη φατρία Χριστιανών Αλβανών οι οποίοι κατοίκησαν ανάμεσα σε αυτά τα θεαματικά αλλά αφιλόξενα βουνά κατά τη διάρκεια του δέκατου τέταρτου ή δέκατου πέμπτου αιώνα…. Οι Σουλιότες, όπως οι άλλοι Αλβανοί, ήταν μεγάλοι δανδήδες. Φορούσαν κόκκινους σκούφους, μαλλιαρές κάπες ριγμένες απρόσεκτα πάνω στους, διακοσμημένα γιλέκα, κατακόκκινα σανδάλια, τσαρούχια με αιχμηρές μύτες και άσπρα κιλτ (φουστανέλλες).» (Arthur Foss, ‘Epirus’, Faber (London, 1978), pp. 160-161.)

    Οι Σουλιότες ήταν Αλβανοί στην καταγωγή και χριστιανοί ορθόδοξοι στο θρήσκευμα. Ήταν Αλβανοί που σιγά-σιγά εξελληνήστικαν. Συνεργάζονταν με όλους αρκεί να είχαν συμφέρον, και με τις επιθέσεις τους στα γειτονικά χωριά προκαλούσαν τρόμο, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο Pouqueville. Συνεργάστηκαν με τον Αλή Πασά, ο οποίος τους χρηματοδότησε αδρά. Όταν πλέον η συνεργασία τους μαζί του δεν ήταν προς το συμφέρον τους, εξεγέρθηκαν εναντίον του. Αργότερα, τα ξαναβρήκαν μαζί του αλλά τελικά ο Αλή Πασάς σκοτώθηκε. Αυτά όμως δεν τα διδάσκουν στα ελληνικά σχολεία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κατά τον Παπαρρηγόπουλο «…οι Σουλιότες ήσαν κράμα Ελλήνων και εξελληνισθέντων Αλβανών και εις των επιφανέστερων γόνων του συνοικεσίου των δύο φυλών… Η αλβανική εκράτυνε το μάχιμον της ελληνικής πνεύμα, η δε ελληνική ενεφύσησεν εις την αλβανική τα ευγενέστατα ασισθήματα της φιλοπατρίας, της φιλομαθείας και της ευνομίας. Τα δύο κάλλιστα προϊόντα του συνδυασμού τούτου υπήρξαν οι Σουλιώται επί της Στερεάς, οι Υδραίοι και οι Σπετσιώται κατά θάλασσαν…». Ο Μ. Μπενέκος στο Βιβλίο του «Οι αληθινοί Σουλιώτες» (σελ. 2-4) αναφέρει ότι οι Σουλιότες ήταν καθαροί Αρβανίτες, οι οποίοι ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι. Ο Πέτρος Φουρίκης γράφει επίσης ότι «…ακολουθούντες την γραπτήν παράδοσιν και μαρτυρίας ξένων τινών περιηγητών, πιστεύουμε ότι οι πρώτοι καταφυγόντες εις τας κορυφάς των βουνων του Σουλίου ησαν Αλβανοί, Χριστιανοί Ορθόδοξοι, κατά πάσαν πιθανότητα Τσάμηδες. Εις την αντίληψιν ταύτην συνεπικουρεί και το γεγονός ότι όλα συλλήβδην τα παλαιά τοπονύμια της περιοχής, μηδ’ αυτού του Σουλίου εξαιρουμένου είναι αλβανικά. Συντρέχει επίσης εις την άποψιν ταύτην και το γεγονός ότι οι Σουλιώται εγνώριζον και μεταχειρίζοντο την αλβανικήν γλώσσαν.»

      Εδώ ο Πέτρος Φουρίκης λοιπόν μας λέει ότι «όλα συλλήβδην τα παλαιά τοπονύμια της περιοχής, μηδ’ αυτού του Σουλίου εξαιρουμένου είναι αλβανικά». Μερικά από τα τοπονύμια αυτά είναι ‘Σούλι’ (σημαίνει ‘βίγλα’, ‘σκοπιά’), ‘Κιάφα’ ( ‘λαιμός’, ‘πέρασμα’), ‘Γκούρα’ που σημαίνει ‘βράχος’, ‘πέτρα’, ‘Φίριζα’ που σημαίνει ‘φακή’, ‘βάτος’, κ.α., ‘Γκρόπα’ που σημαίνει ‘τρύπα’, ‘Δέμπες’ (σημαίνει ‘οδοντοτός’), ‘Ντάλλα’ (κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από το αλβανικό δάλε-α που σημαίνει ‘ξυνόγαλο’), ‘ρέθι’ (σημαίνει ‘περιοχή’), ‘Στρέθεζα’ που μεταφράζεται ως ‘μικρό οροπέδιο’ (προέρχεται από το αλβανικό ‘στρέχε’ που σημαίνει ‘στέγη’ σύμφωνα με το λεξικό του Χριστοφορίδη, ‘καταφύγιο’, ‘προστατευόμενος χόρος’, κ.α.), ‘Στρούμπουλο’ (από το ‘strumbulle’ που σημαίνει ‘τοποθεσία’, ‘μαζεμένος’, ‘στέρεος’, κ.α.), οι κορυφές ‘μπιρα’ (σημαίνει ‘τρύπα’, ‘οπή’), ‘Βετετίμα’ (σημαίνει ‘αστραπή’), ‘Κούγκι’ (σημαίνει ‘μικρός σφηνωμένος πάσσαλος’), ‘Βούτσι’ (σήμαινε ‘φυτό’, ‘αβρότονο’), κ.α.

      Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν επίσης ορισμένα σλάβικα και βλάχικα τοπονύμια. Π.χ. Σαμονίβα, Γλαβίτσα ή Γκλαβίστα, Ζαβρούχο, Αβαρίκο, Μούργκα, Σκάπετα, Κορίστιανη ή Κορίτιανη, κ.α.

      Τέλος ο Ι. Λαμπρίδης θεωρεί τον σουλιώτικο πληθυσμό κράμα μιας αρχικής ποιμενικής αλβανικής πατριάς, ήδη εγκατεστημένης στην περιοχή, στην οποία είχε δώσει και το όνομά της, και περιοίκων, αλβανοφώνων και ελληνοφώνων χριστιανών, που κατέφυγαν στο Σούλι στις αρχές του 17ου αιώνα προκειμένου να αποφύγουν οθωμανικές αυθαιρεσίες και συγγενικές αντεκδικήσεις. Αναφέρει σχετικά με την ίδρυση του Σουλίου:

      «Προς τους κατοίκους του Σούλη, πολλαχού της περιοχής αυτού κατά πάτριας εις 84 οικογεν. σκηνούντας, εχθρούς δε των εξισλαμισθέντων περιοίκων από του 1635 επισήμως κεκηρυγμένους και εκ φύσεως καλώς οχυρουμένους, προσέτρεχον προς αποφυγήν βιαιοπραγιών ή και ματαίωσιν αντιποίνων συγγενικών τιμωριών (γκιάκ) εν τη πατρίδι των ου μόνον Χριστιανοί Τσιάμιδες, Αλβανοί δηλ. κατά το πλείστον αλλά και Ελληνες αλλαχόθεν. Μεταξύ δε των διαφόρων πατριών, αίτινες εκεί μετανάστευσαν από της δης' ιδίως δεκαετηρίδος του ΙΖ' αιώνος μέχρι των αρχών του IH' μνημονεύονται η του "Ζέρβα" εξ ομωνύμου της Λάκκας Λελόβου χωρίου Ζερβό• η του Δράκου εκ του παρά την Καμαρίναν χωρίου Μαρτινιών, ένθα μόνη ανέκαθεν η Ελληνική γλώσσα ομιλείται• η του Τζαβέλα εκ Δράγανης• η του Μπούσμπου εκ Κορίστιανης• η των Πασσάτων εκ Βασταβέτζ• η του Δαγκλή εκ Φαναριού κ.λ.π.» (Ι. Λαμπρίδης, 1971, τ. 10, σ. 20;)

      Διαγραφή
    2. Ας δούμε τι είπε και ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, συγγραφέας, αγωνιστής της Επανάστασης του 1821 και υπασπιστής του Κολοκοτρώνη: «…Αυτά έλεγαν στους ξένους, οι οποίοι ευκόλως πείθονταν, και ένας ένας ερχόντουσαν και προσκολλούνταν στον ένα και στον άλλο εξ’ αυτών, ο μεν δηλαδή στον Μαυροκορδάτο, ο δε στον Νέγρη, και ο άλλος σε άλλον, στον Δημήτριο Υψηλάντη, όμως δεν πλησίαζαν, διότι αυτός ήταν ενωμένος με το στοιχείο του τόπου, και γι’ αυτό δεν τον εμπιστεύονταν ούτε ο Νέγρης, ούτε ο Καρατσάς, ούτε ο Μαυροκορδάτος. Κατά δυστυχία όμως με τούς τελευταίους αυτούς συμφώνησαν όλη η φυλή των Αλβανών-Ελλήνων-Σουλιωτών…» (Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1858: Τύποις και βιβλιοπολείω Π. Δ. Σακελλαρίου)

      Αναμφίβολα, μέσω της ελληνορθόδοξης εκκλησίας αλλά και των κοινών αγώνων που έδωσαν οι χριστιανοί ορθόδοξοι Σουλιότες μαζί με τους Έλληνες εναντίον των Οθωμανών, απέκτησαν ελληνική εθνική συνείδηση, η καταγωγή τους όμως ήταν αλβανική. Ο Pouqueville αποκαλεί τους Σουλιότες ως Έλληνες, επειδή ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Το καταλαβαίνουμε αυτό επειδή τους μουσουλμάνους του Αλή Πασά που επιτέθηκαν στους Σουλιότες, τους αποκαλεί Αλβανούς. (François Charles Hugues Laurent Pouqueville, Travels in Greece and Turkey: Comprehending a Particular Account of the Morea, Albania, &c., 2nd edition (London: Henry Colburn and co., 1820), p. 390-394) Οι Σουλιότες δηλαδή ήταν Αλβανοί, που μέσω της Ορθοδοξίας και της εν-μέρη συμμετοχής τους στην ελληνική επανάσταση, εξελληνίσθηκαν.

      Θα ξέραμε πιο πολλά για το Σούλι αλλά παρακρατικοί με τον Μαμούρη και τον Παπακώστα έκαψαν το αρχείο της Σουλιότικης φάρας των Μποτσάρι, που μέχρι το 1932 διατηρούσε ο Νώτης Μπότσαρης στην Άμφισσα. (Λεόντιος Λεοντίου, Το Αλβανικόν Ζήτημα, σελ. 135, 1897)

      Διαγραφή
    3. «Σουλιότες, η πιο αξιοσημείωτη φυλή Αλβανών Ορθοδόξων» είχε πει ο George Finlay το 1861. (George Finlay, A History of Greece, vol. 6, Cambridge University Press, 2014)

      «Οι εντυπώσεις του Finlay από τα τέλη του 19ου αιώνα μας δίνουν κάποιες εικόνες της κοινωνικής διαστρωμάτωσης σε αυτή την περιοχή. Όσο για τους Σουλιώτες (δοξάστηκαν από τον Byron και στην ελληνική εθνική ιστορία για τον ρόλο τους στην απελευθέρωση της Ελλάδας) ήταν {κλάδος των Τσάμηδων, μία από τις τρεις μεγάλες υποδιαιρέσεις των Τόσκηδων} (Finlay 1939:42), με άλλες λέξεις κυρίως μιλούσαν αλβανικά… ερώτηση εδώ περί της εθνικής (τους) ταυτότητας, δύσκολα θα μπορούσε να τεθεί.» (Laurie Kain Hart, “Culture, Civilization, and Demarcation at the Northwest Borders of Greece”, American Ethnologist, Vol. 26, No. 1 (Feb., 1999), pp. 196-220. Blackwell Publishing on behalf of the American Anthropological Association)

      «Οι Σουλιώτες ήταν ένα σύνολο χριστιανών Αλβανών, οι οποίοι ανέπτυσαν περίπου 1500 πολεμηστές στην καλύτερη των περιστάσεων και ήταν ανεξάρτητοι από την Πύλη [την Οθωμανική Αυτοκρατορία], όπως είναι οι Μιρδίτες σήμερα. Ανήκαν στη φυλή των Τσάμηδων και σε αναλογία με τη δύναμη τους και το ιδιαίτερο φυλετικό αίσθημα του ανήκειν, υπαρκτό στους Αλβανους, είχαν τους σκληρότερους αντιπάλους τους σε μία άλλη τοσκική φυλή, τους Λιάπηδες, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων τους με τον Αλή [τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων]. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής κυριαρχίας είχαν υποταχτεί, όπως και οι άλλες φυλές γύρω τους και για πολλούς αιώνες συνέχιζαν να πληρώνουν το χαράτσι [φόρο υποτέλειας]. Δεν ήταν παρά τον 18ο αιώνα που βρήκαν τους εαυτούς τους σε θέση να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους και το δικαίωμα τους να φέρουν όπλα…» (“Researches in the highlands of Turkey: Visits to mount Ida, Athos, Olympus and Pelion, to the Mirdite Albanians and other remote tribes”, by the Henry Fanshawe Tozer. Vol. 2, p. 210, London 1869)

      «Το γένος των Αλβανών ή Αρβανιτών, Αρναούτων και όπως λέγονται στη γλώσσα τους Σκιπετάρων, όσοι κατοικούν ιδιαίτερα στην επαρχία της Αλβανίας, στην πρώην μακεδονική Ιλλυρία και στην Ήπειρο και διασκορπισμένοι σε διάφορες άλλες ευρωπαϊκές επαρχίες του Οθωμανικού βασίλειου. Έχουν αρχαία ιλλυρική καταγωγή, είναι πολύ ρωμαλέοι, μάχιμοι, τραχείς στα ήθη και λιτότατοι κατά τη διατροφή. Εύθυμοι και εραστές του χορού και της μουσικής, διάγουν βίο κυρίως ένοπλο και αθλητικό…το μεγαλύτερο μέρος τους πρεσβεύει το Κορανικό δόγμα. Διαχωρίζονται μεταξύ τους σε φυλές με επικρατέστερους τους Γέγες ή Γκέγκιδες και τους Μιρδίτες, που κατοικούν μεταξύ των συνόρων της Σερβίας και του Δρίνου ποταμού, τους Τόσκηδες (ή Τόσκους ή Τόξιδες) που ζουν πιο νότια από τους προηγούμενους, έχοντας ως κέντρο τους το Μπεράτι, σλαβικής καταγωγής σύμφωνα με ορισμένους [θεωρείται ότι η ονομασία Μπεράτι προέρχεται από τη σλαβική ονομασία Βέλεγκραντ], τους Ιάπυγες ή Λιάπηδες ή Λάπηδες που κατικούς στην κάτω Αλβανία και στα Κεραύνια όρη, που διασώζουν τον αρχαίο σκληρό τους χαρακτήρα και τη ληστρική ζωή, και πρεσβεύουν οι περισσότεροι το δόγμα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και τους Τσάμηδες ή Τσιάμηδες που κατοικούς γύρω από τον ποταμό Αχέροντα και από τους οποίους προέρχονται οι Σουλιώτες και οι Παργηνοί, ευφυέστεροι και ημερότεροι των άλλων.» («Νεώτατη Διδακτική Γεωγραφία, προς εύχερη γνώσιν όλων των μερών και κατοίκων της γης» -συγκεντρώνει στοιχεία από τις νεώτερες γεωγραφίες και στατιστικά συγγράματα των Σομμέρ, Α.Βάλβη, Ρεττέρου, Κανναβίχου, Φρ.Σχιουβέρτου και άλλων- του Νικόλαο Λωρέντη, Β τόμος, σελ. 373-374, εκδ. Γκαρπολά και Ρεφερενδάρη, Βιέννη 1838)

      Διαγραφή
    4. Κάποιοι ωστόσο υποστηρίζουν ότι οι Σουλιότες δεν είναι Τσάμηδες αλλά Γκέγκηδες Αλβανοί, προερχόμενοι από την Δίβρη (Dibër) της κεντρικής Αλβανίας. Οι Σουλιότες ξύριζαν τους κροτάφους τους, που είναι συνήθεια γκέγκικη και φορούσαν τη γνωστή μας φουστανέλλα που είναι το συνηθισμένο φόρεμα στην κεντρική Αλβανία. Ο Αν. Γούδας βλέπει να καταφεύγει στην περιοχή του Σουλίου στρατιωτικό απόσπασμα ορθοδόξων Αλβανών από τη βόρεια Αλβανία, οπαδών του Σκεντέρμπεη: «Μετά την καταστροφήν του Σκεντέρμπέη, απόσπασμα ορθοδόξων Αλβανών εκ 200 περίπου μάχιμων συγκειμένον, διεσώθη εν Ηπείρω και απεφάσισε να εγκατασταθεί εν αυτή. Οι προϊστάμενοι του αποσπάσματος, Μπότσαρης και Τζαβέλλας, εξελέξαντο τα απρόσιτα όρη του Σουλίου, ίνα διατηρήσωσι εν αυτοίς το τε μάχιμον ήθος και την θρησκείαν.» (Αθ. Γούδας, «Βίοι Παράλληλοι», 1876, τ. Η1, σ. 46-47;)

      Την παράδοση αυτή επιβεβαιώνει μέσω μαρτυριών Σουλιωτών και ο Λεόντιος Λεοντίου. («Το Αλβανικόν ζήτημα», 1897, σελ. 122 επ.)

      «Τέτοιοι ήταν οι άνθρωποι του Σουλίου, χριστιανοί Αλβανοί οι οποίοι ποτέ δεν υποτάχτηκαν μέχρι το 1803, όταν ηττήθηκαν από τον Αλή των Ιωαννίνων. Ήταν μία κατάκτηση Χριστιανών από μουσουλμάνους, αλλά δεν ήταν κατάκτηση χριστιανών από Τούρκους. Ήταν στην πραγματικότητα μία κατάκτηση Αλβανών από Αλβανούς. Ο Αλή ήταν βάναυσος και άπιστος τύραννος. Ακόμα, δεν ήταν Τούρκος αλλά Αλβανός. Στασίασε κατά του Σουλτάνου και μέχρις αυτού ήταν ένας έμμεσος φίλος των εχθρών του Σουλτάνου.» (Henry Noel Brailsford, ‘Macedonia: Its Races and their future’, London: Methuen & Co. – 1906, p. 222)

      Ας δούμε τι είπε και ο Richard Clogg, από τους παγκοσμίως πιο έγκριτους ειδικούς σε θέματα της νεώτερης Ελλάδας: «Οι Σουλιότες ήταν μία πολεμοχαρής αλβανική χριστιανική κοινότητα που αντιστάθηκε στον Πασά στην Ήπειρο στα χρόνια που άμεσα προηγήθηκαν του ξεσπάσματος του Πολέμου της Ανεξαρτησίας το 1821.» (Richard Clogg, Minorities in Greece: Aspects of a Plural Society, Hurst & Company Publishers, London 2002, p.178)

      «Η περιοχή του Σουλίου, του οποίου οι κάτοικοι αποκαλούνταν Σουλιότες, όλοι Χριστιανοί, όχι Έλληνες αλλά Αλβανοί στη γλώσσα, τα έθιμα και την καταγωγή.» (Ibrahim Manzour Efendi, Mémoires sur la Grèce et l’Albanie pendant le government d’Ali-Pacha, (Paris: Paul Ledoux, 1827) - Translated from the French by Robert Elsie)

      Διαγραφή